Άρθρο Υπτγου ε.α. Ιωάννη Παρίση
Οι επιλογές του νέου Πρωθυπουργού της Χώρας σε ότι αφορά στην ορκωμοσία του και τις επισκέψεις του σε Αρχιεπίσκοπο και Καισαριανή, σχολιάσθηκαν ποικιλοτρόπως, κυρίως στο διαδίκτυο, αναλόγως των απόψεων των σχολιαστών. Καταρχήν οφείλω να επισημάνω ότι ουδόλως ενδιαφέρει τον γράφοντα το αν είναι ή όχι θρήσκος ο πρωθυπουργός και κάθε άλλο δημόσιο πρόσωπο. Εκείνο που είναι κατακριτέο είναι η υποκριτική στάση.
Είναι κατακριτέο, να εμφανίζεσαι ως Ιανός, με δύο όψεις, κυρίως όταν είσαι δημόσιο πρόσωπο που ασκείς πολιτική εξουσία. Θολώνεις τα πράγματα. Τελικά, πότε είσαι θρήσκος και πότε άθεος; Την απάντηση βεβαίως την ξέρουμε: «αναλόγως των ψηφοφόρων στους οποίους απευθύνεσαι!!!» Πρόκειται σαφέστατα για μια μορφή «μαυρογιαλουρισμού» χωρίς αμφιβολία. Βοηθούν σ’ αυτό και κάποιοι ιερωμένοι που τους ευχαριστεί αυτή η προσέγγιση της πολιτικής εξουσίας, προσέγγιση την οποία (αρέσκονται να) ερμηνεύουν ως «αναγνώριση» της δύναμης της Εκκλησίας.
Από την πλευρά της η Εκκλησία, θα πρέπει να επανακαθορίσει τη θέση της σε ότι αφορά στη χρήση θρησκευτικού όρκου, γενικώς. Ο «Θείος Νόμος» απαγορεύει απολύτως τον όρκο. Το λέει σαφώς: «Εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως. Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου. Το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστίν». (Ματθ. ε’, 34-37). Ανάλογες φράσεις υπάρχουν και σε μεταγενέστερα κείμενα των Αποστόλων.
Με την άποψη αυτή συντάσσονται εκκλησιατικοί άνδρες και διαπρεπείς θεολόγοι. Σημειώνω για παράδειγμα την θέση του Μητροπολίτου Αλεξανδροπόλεως Άνθιμου, σε κείμενό του του Ιανουαρίου 2013, όπου μεταξύ άλλων σημειώνει: «Σήμερα νομίζω πλέον ότι ο όρκος δεν χρειάζεται. Αισθάνομαι ευθύνη και ενοχή όταν με επίσημη εκκλησιαστική τελετή, «αναγκάζω» βουλευτές, περιφερειάρχες και δημάρχους να επιορκίσουν, διότι σίγουρα επιορκούν». Εξηγώντας μάλιστα το πώς επεβλήθη ο όρκος γράφει: «Όταν δημιουργήθηκε το Ελληνικό Κράτος, στην προσπάθειά του να μετατρέψει τους επαναστατημένους ραγιάδες σε πολίτες, πήρε την έννοια του όρκου από την Εκκλησία και την έκανε τελετή ορκωμοσίας και την έβαλε στα νεοσυσταθέντα τότε δικαστήρια και στον τότε συγκροτούμενο δημόσιο τομέα. Η Εκκλησία (παρά την απαγόρευση του όρκου που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο) συγκατάνευσε από ανάγκη έπρεπε να βοηθήσει στη σύσταση του Ελληνικού Κράτους…»
Παρόμοιες είναι και οι απόψεις του Καθηγητή Γ. Μαντζαρίδη, σε άρθρο του με τίτλο «Η απαγόρευση του θρησκευτικού όρκου από την Ορθόδοξη Εκκλησία» (Πεμπτουσία, 26/1/15), όπου επισημαίνει: «Η χρήση του όρκου στην καθημερινή ζωή αποτελεί καταστρατήγηση της ρητής εντολής του Χριστού “μη ομόσαι όλως”.» καταλήγοντας ως εξής: «Δεν μπορεί να μην επισημανθεί η παράλειψη της εκκλησιαστικής αρχής να τακτοποιήσει το θέμα. Η απλή δήλωσή της ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία απαγορεύει τον όρκο θα ήταν αρκετή για την κατάργηση της επιβολής του. Αλλά από τις 16-9-2001 ορίζεται ότι ο μάρτυρας που οφείλει να ορκισθεί, ερωτάται αν προτιμά να δώσει θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο, χωρίς να δηλώσει το θρήσκευμά του. Έτσι και ο Ορθόδοξος Χριστιανός μπορεί να δηλώσει “στην τιμή και στη συνείδησή του” την αλήθεια της κατάθεσής του.»
Ο όρκος προέκυψε λοιπόν, εκ μέρους της Πολιτείας, ως ανάγκη εγγύησης και ασφάλειας κατά του ψεύδους. Στην πράξη ωστόσο έχουμε οδηγηθεί σε ευτελισμό της σημασίας του όρκου, και φυσικά σε ευτελισμό και εμπαιγμό της θρησκείας και των συμβόλων της, τα οποία επικαλούνται (εξ υποχρεώσεως) οι ορκιζόμενοι. Εκείνο που τελικά μένει, είναι να… «διευκρινίζει» κάποιος αν επιλέγει τον πολιτικό όρκο επειδή είναι άθεος ή επειδή είναι πιστός Χριστιανός (!!!). Για να «γλυτώσει» από τις επιθέσεις των φανατικών που αρνούνται να δουν την πραγματικότητα.
Σε τι λοιπόν θα πρέπει να ορκίζονται ή να δίνουν υπόσχεση οι ανώτατοι κυβερνητικοί και κρατικοί λειτουργοί, οι στρατιωτικοί, τα όργανα της διοίκησης του κράτους εν γένει, οι μάρτυρες στις δικαστικές πράξεις, κ.ο.κ.; Όχι φυσικά σε ότι αρέσει στον καθένα. Οι Ένοπλες Δυνάμεις το εφαρμόζουν εδώ και χρόνια: οι νεοσύλλεκτοι οπλίτες που δεν επιθυμούν να δώσουν θρησκευτικό όρκο, απαγγέλλουν ένα άλλο κείμενο (υπόσχεση), σε διαφορετικό χρόνο.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο κ. Τσίπρας δεν έδωσε στην ουσία «πολιτικό όρκο» όπως μας μετέφεραν τα μέσα ενημέρωσης. Η αλήθεια είναι ότι απήγγειλε ένα λογύδριο, κουνώντας μάλιστα και τα χέρια, σαν να μιλούσε σε κάποια εκδήλωση ή στους φίλους του. Τα ίδια και χειρότερα είδαμε προ πενταμήνου, κατά την ορκωμοσία της Ρένας Δούρου και κάποιων άλλων φαιδρών τοπικών αρχόντων και αρχοντισσών. Καθένας τους ορκίστηκε όπου του «κάπνιζε». Με την πρακτική αυτή μπορεί να δούμε στο μέλλον περισσότερο φαιδρές αλλά και θλιβερές καταστάσεις.
Από την άλλη, ο νέος Πρωθυπουργός, οδηγούμενος από τις παραταξιακές καταβολές του και φυσικά, πρωτίστως, για να ικανοποιήσει την άλλη πλευρά των οπαδών του (που σίγουρα ενοχλούνται από τους εναγκαλισμούς του με το «ράσο») μετέβη στην Καισαριανή για να καταθέσει λουλούδια στους νεκρούς. Δεν επικρίνουμε την πράξη αλλά τις προτεραιότητες και τους συμβολισμούς. Ο κ. Τσίπρας όφειλε να γνωρίζει ότι υπάρχει το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου, ένα μνημείο που εκπροσωπεί όλους τους πεσόντες στους αγώνες της Ελλάδας, πάνω από δύο χιλιετίες (φυσικά και τους πεσόντες στην Καισαριανή). Αυτό το Μνημείο εκφράζει όλους τους Έλληνες.
Συμπερασματικά, θεωρώ ότι η Πολιτεία οφείλει να καθορίσει ποια θα είναι η υπόσχεση (αντί του όρκου) που θα δίνουν τα όργανα του κράτους, αλλά και τη διαδικασία που θα τηρείται. Έτσι, ώστε να μη λέει ο καθένας ότι του «κατεβαίνει», με όποιο τρόπο θέλει. Η Εκκλησία, από την άλλη, ενώπιον των νέων δεδομένων που επιβάλει η σύγχρονη εποχή, οφείλει να επανακαθορίσει τη θέση της, τόσο για να είναι προσαρμοσμένη στις ευαγγελικές επιταγές όσο και για να αποφεύγει την απαξίωσή της από τον κάθε… Ιανό. Και, φυσικά, για να μη υποχρεώνει σε «επιορκία» όπως λέει ο Αλεξανδρουπόλεως.
ΠΗΓΗ:
parisis.wordpress.com
Οι επιλογές του νέου Πρωθυπουργού της Χώρας σε ότι αφορά στην ορκωμοσία του και τις επισκέψεις του σε Αρχιεπίσκοπο και Καισαριανή, σχολιάσθηκαν ποικιλοτρόπως, κυρίως στο διαδίκτυο, αναλόγως των απόψεων των σχολιαστών. Καταρχήν οφείλω να επισημάνω ότι ουδόλως ενδιαφέρει τον γράφοντα το αν είναι ή όχι θρήσκος ο πρωθυπουργός και κάθε άλλο δημόσιο πρόσωπο. Εκείνο που είναι κατακριτέο είναι η υποκριτική στάση.
Είναι κατακριτέο, να εμφανίζεσαι ως Ιανός, με δύο όψεις, κυρίως όταν είσαι δημόσιο πρόσωπο που ασκείς πολιτική εξουσία. Θολώνεις τα πράγματα. Τελικά, πότε είσαι θρήσκος και πότε άθεος; Την απάντηση βεβαίως την ξέρουμε: «αναλόγως των ψηφοφόρων στους οποίους απευθύνεσαι!!!» Πρόκειται σαφέστατα για μια μορφή «μαυρογιαλουρισμού» χωρίς αμφιβολία. Βοηθούν σ’ αυτό και κάποιοι ιερωμένοι που τους ευχαριστεί αυτή η προσέγγιση της πολιτικής εξουσίας, προσέγγιση την οποία (αρέσκονται να) ερμηνεύουν ως «αναγνώριση» της δύναμης της Εκκλησίας.
Από την πλευρά της η Εκκλησία, θα πρέπει να επανακαθορίσει τη θέση της σε ότι αφορά στη χρήση θρησκευτικού όρκου, γενικώς. Ο «Θείος Νόμος» απαγορεύει απολύτως τον όρκο. Το λέει σαφώς: «Εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως. Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου. Το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστίν». (Ματθ. ε’, 34-37). Ανάλογες φράσεις υπάρχουν και σε μεταγενέστερα κείμενα των Αποστόλων.
Με την άποψη αυτή συντάσσονται εκκλησιατικοί άνδρες και διαπρεπείς θεολόγοι. Σημειώνω για παράδειγμα την θέση του Μητροπολίτου Αλεξανδροπόλεως Άνθιμου, σε κείμενό του του Ιανουαρίου 2013, όπου μεταξύ άλλων σημειώνει: «Σήμερα νομίζω πλέον ότι ο όρκος δεν χρειάζεται. Αισθάνομαι ευθύνη και ενοχή όταν με επίσημη εκκλησιαστική τελετή, «αναγκάζω» βουλευτές, περιφερειάρχες και δημάρχους να επιορκίσουν, διότι σίγουρα επιορκούν». Εξηγώντας μάλιστα το πώς επεβλήθη ο όρκος γράφει: «Όταν δημιουργήθηκε το Ελληνικό Κράτος, στην προσπάθειά του να μετατρέψει τους επαναστατημένους ραγιάδες σε πολίτες, πήρε την έννοια του όρκου από την Εκκλησία και την έκανε τελετή ορκωμοσίας και την έβαλε στα νεοσυσταθέντα τότε δικαστήρια και στον τότε συγκροτούμενο δημόσιο τομέα. Η Εκκλησία (παρά την απαγόρευση του όρκου που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο) συγκατάνευσε από ανάγκη έπρεπε να βοηθήσει στη σύσταση του Ελληνικού Κράτους…»
Παρόμοιες είναι και οι απόψεις του Καθηγητή Γ. Μαντζαρίδη, σε άρθρο του με τίτλο «Η απαγόρευση του θρησκευτικού όρκου από την Ορθόδοξη Εκκλησία» (Πεμπτουσία, 26/1/15), όπου επισημαίνει: «Η χρήση του όρκου στην καθημερινή ζωή αποτελεί καταστρατήγηση της ρητής εντολής του Χριστού “μη ομόσαι όλως”.» καταλήγοντας ως εξής: «Δεν μπορεί να μην επισημανθεί η παράλειψη της εκκλησιαστικής αρχής να τακτοποιήσει το θέμα. Η απλή δήλωσή της ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία απαγορεύει τον όρκο θα ήταν αρκετή για την κατάργηση της επιβολής του. Αλλά από τις 16-9-2001 ορίζεται ότι ο μάρτυρας που οφείλει να ορκισθεί, ερωτάται αν προτιμά να δώσει θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο, χωρίς να δηλώσει το θρήσκευμά του. Έτσι και ο Ορθόδοξος Χριστιανός μπορεί να δηλώσει “στην τιμή και στη συνείδησή του” την αλήθεια της κατάθεσής του.»
Ο όρκος προέκυψε λοιπόν, εκ μέρους της Πολιτείας, ως ανάγκη εγγύησης και ασφάλειας κατά του ψεύδους. Στην πράξη ωστόσο έχουμε οδηγηθεί σε ευτελισμό της σημασίας του όρκου, και φυσικά σε ευτελισμό και εμπαιγμό της θρησκείας και των συμβόλων της, τα οποία επικαλούνται (εξ υποχρεώσεως) οι ορκιζόμενοι. Εκείνο που τελικά μένει, είναι να… «διευκρινίζει» κάποιος αν επιλέγει τον πολιτικό όρκο επειδή είναι άθεος ή επειδή είναι πιστός Χριστιανός (!!!). Για να «γλυτώσει» από τις επιθέσεις των φανατικών που αρνούνται να δουν την πραγματικότητα.
Σε τι λοιπόν θα πρέπει να ορκίζονται ή να δίνουν υπόσχεση οι ανώτατοι κυβερνητικοί και κρατικοί λειτουργοί, οι στρατιωτικοί, τα όργανα της διοίκησης του κράτους εν γένει, οι μάρτυρες στις δικαστικές πράξεις, κ.ο.κ.; Όχι φυσικά σε ότι αρέσει στον καθένα. Οι Ένοπλες Δυνάμεις το εφαρμόζουν εδώ και χρόνια: οι νεοσύλλεκτοι οπλίτες που δεν επιθυμούν να δώσουν θρησκευτικό όρκο, απαγγέλλουν ένα άλλο κείμενο (υπόσχεση), σε διαφορετικό χρόνο.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο κ. Τσίπρας δεν έδωσε στην ουσία «πολιτικό όρκο» όπως μας μετέφεραν τα μέσα ενημέρωσης. Η αλήθεια είναι ότι απήγγειλε ένα λογύδριο, κουνώντας μάλιστα και τα χέρια, σαν να μιλούσε σε κάποια εκδήλωση ή στους φίλους του. Τα ίδια και χειρότερα είδαμε προ πενταμήνου, κατά την ορκωμοσία της Ρένας Δούρου και κάποιων άλλων φαιδρών τοπικών αρχόντων και αρχοντισσών. Καθένας τους ορκίστηκε όπου του «κάπνιζε». Με την πρακτική αυτή μπορεί να δούμε στο μέλλον περισσότερο φαιδρές αλλά και θλιβερές καταστάσεις.
Από την άλλη, ο νέος Πρωθυπουργός, οδηγούμενος από τις παραταξιακές καταβολές του και φυσικά, πρωτίστως, για να ικανοποιήσει την άλλη πλευρά των οπαδών του (που σίγουρα ενοχλούνται από τους εναγκαλισμούς του με το «ράσο») μετέβη στην Καισαριανή για να καταθέσει λουλούδια στους νεκρούς. Δεν επικρίνουμε την πράξη αλλά τις προτεραιότητες και τους συμβολισμούς. Ο κ. Τσίπρας όφειλε να γνωρίζει ότι υπάρχει το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου, ένα μνημείο που εκπροσωπεί όλους τους πεσόντες στους αγώνες της Ελλάδας, πάνω από δύο χιλιετίες (φυσικά και τους πεσόντες στην Καισαριανή). Αυτό το Μνημείο εκφράζει όλους τους Έλληνες.
Συμπερασματικά, θεωρώ ότι η Πολιτεία οφείλει να καθορίσει ποια θα είναι η υπόσχεση (αντί του όρκου) που θα δίνουν τα όργανα του κράτους, αλλά και τη διαδικασία που θα τηρείται. Έτσι, ώστε να μη λέει ο καθένας ότι του «κατεβαίνει», με όποιο τρόπο θέλει. Η Εκκλησία, από την άλλη, ενώπιον των νέων δεδομένων που επιβάλει η σύγχρονη εποχή, οφείλει να επανακαθορίσει τη θέση της, τόσο για να είναι προσαρμοσμένη στις ευαγγελικές επιταγές όσο και για να αποφεύγει την απαξίωσή της από τον κάθε… Ιανό. Και, φυσικά, για να μη υποχρεώνει σε «επιορκία» όπως λέει ο Αλεξανδρουπόλεως.
ΠΗΓΗ:
parisis.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.